Εντερική ισχαιμία
Εντερική ισχαιμία
Η μεσεντέριος ισχαιμία χωρίζεται στην οξεία εντερική ισχαιμία και στην χρόνια εντερική ισχαιμία. Η πρώτη κλινική οντότητα αποτελεί μια επείγουσα κατάσταση για τη ζωή του πάσχοντος, συμβαίνει απότομα, οδηγεί σε εντερική ισχαιμία και ο χρόνος που περνάει είναι πολύ σημαντικός για τη ζωή του ασθενούς, ενώ η δεύτερη αποτελεί μία χρόνια νόσο που χρήζει αντιμετώπισης σε τακτική, οργανωμένη βάση και με ιδανικές συνθήκες, για να επιτευχθεί το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα για τον ασθενή.
Ορισμός:
Η μεσεντέριος ισχαιμία ή αλλιώς εντερική ισχαιμία αποτελεί μία νόσο κατά την οποία η παροχή αίματος στα σπλάχνα αδυνατεί να ικανοποιήσει τις βασικές μεταβολικές τους ανάγκες.
Επιδημιολογία:
Η νόσος επηρεάζει περισσότερο το γυναικείο φύλο έναντι του ανδρικού με αναλογία 3 προς 1. Επίσης οι θάνατοι που προκύπτουν από τη χρόνια μεσεντέριο ισχαιμία δείχνουν να παραμένουν σταθεροί τα τελευταία έτη (περίπου ένας ασθενής στο 1.000.000 ανθρώπων), σε αντίθεση με τη οξεία ισχαιμία, όπου έχουν μειωθεί στο μισό (από 13 στους 5 ασθενείς στο 1.000.000 ανθρώπων).
Αιτιολογία:
Χρόνια εντερική ισχαιμία:
Η συχνότερη αιτία της νόσου είναι η αθηρωμάτωση των μεσεντέριων αρτηριών. Οι ασθενείς συνήθως έχουν θετικό ιστορικό για κάπνισμα, υπερχοληστερολαιμία, υπερλιπιδαιμία και αυξημένη αρτηριακή πίεση. Επίσης, δεν είναι σπάνιο οι ίδιοι ασθενείς να παρουσιάζουν αθηρωματική αρτηριακή νόσο και σε άλλες αρτηρίες του σώματος, όπως τις στεφανιαίες (καρδιά), τις αρτηρίες των κάτω άκρων ή τις καρωτίδες.
Οξεία εντερική ισχαιμία:
Τα αρτηριακά έμβολα αποτελούν τον συχνότερο αιτιολογικό παράγοντα της οξείας απόφραξης (50%). Η πηγή των εμβόλων είναι συνήθως η καρδιά (κολπική μαρμαρυγή, έμφραγμα μυοκαρδίου, αρρυθμίες κ.α. ), ενώ λιγότερο συχνά μπορούν να προέλθουν από την αποκόλληση ενός θρόμβου στα πλαίσια ενός θωρακικού ή κοιλιακού ανευρύσματος. Επιπλέον, μπορεί να αποκολληθεί αθηρωματική πλάκα από την αορτή χωρίς την ύπαρξη σημαντικής αθηρωματικής νόσου. Σε περίπτωση εμβολισμού η άνω μεσεντέριος αρτηρία είναι το αγγείο που προσβάλλεται συχνότερα.
Η επόμενη πιο συχνή αιτία είναι η αρτηριακή θρόμβωση και αποτελεί το 20- 35% των περιπτώσεων. Συνήθως, πρόκειται για ασθενείς με αθηρωματική νόσο που οξέως θρομβώθηκε ο εναπομείναν βατός αυλός. Άλλη αιτία αρτηριακής θρόμβωσης είναι διάφορα σύνδρομα υπερπηκτικότητας και καταστάσεις θρομβοφιλίας.
Η μη αποφρακτική μεσεντέριος ισχαιμία απαρτίζει το 5-15% των ασθενών που παρουσιάζονται με οξεία ισχαιμία. Κυρίως, πρόκειται για ασθενείς με βαριά μορφή καρδιακής ανεπάρκειας, μεγάλης ηλικίας, υποογκαιμικούς, υπο φαρμακευτική αγωγή με αγγειοσυσπαστικά και ιστορικό αορτοστεφανιαίας παράκαμψης.
Τέλος, περίπου το 10 % οξείας απόφραξης των αρτηριών οφείλεται σε θρόμβωση των μεσεντέριων φλεβών. Η θρόμβωση αφορά συχνά την άνω μεσεντέριο φλέβα και μπορεί να είναι ιδιοπαθή (πρωτογενής) ή δευτεροπαθή. Συνήθως, η θρόμβωση είναι δευτεροπαθής (90%) και οι αιτίες είναι το τραύμα και η θρομβοφιλία.
Κλινική εικόνα:
Χρόνια εντερική ισχαιμία:
Το κύριο σύμπτωμα είναι μεταγευματικός πόνος, 15 με 45 λεπτά μετά την σίτιση. Ο πόνος αφορά την κοιλιακή χώρα και περιγράφεται ως αμβλύς και έχει χαρακτηριστικά κράμπας. Ο ασθενής με τον καιρό αναπτύσσει φόβο σίτισης με αποτέλεσμα να μειώνεται σταδιακά το βάρος του. Λιγότερο συχνά συμπτώματα, είναι η ναυτία και έμετος.
Οξεία εντερική ισχαιμία:
Η συμπτωματολογία λαμβάνει αρχή με την αιφνίδια έναρξη κοιλιακού άλγους, ενώ ακολουθεί ναυτία, έμετος και διάρροια. Σε πιο προχωρημένα στάδια, όπου απειλείται η ζωτικότητα του εντέρου παρουσιάζονται πυρετός, ταχυκαρδία, αφυδάτωση και σοκ, καταστάσεις που είναι απειλητικές για τη ζωή.
Διάγνωση:
Τόσο στην οξεία όσο και στην χρόνια νόσο το ιστορικό καθώς και η κλινική εξέταση μπορούν να θέσουν την υποψία της μεσεντερίου ισχαιμίας. Ο έγχρωμος υπερηχογράφος είναι μια απεικονιστική μέθοδος, που μπορεί να χρησιμοποιηθεί στα πλαίσια διάγνωσης της χρόνια εντερικής ισχαιμίας, αλλά όχι στην οξεία. Αξονική αγγειογραφία, μαγνητική αγγειογραφία ή ψηφιακή αφαιρετική αγγειογραφία είναι απεικονιστικές εξετάσεις που επιβάλλεται να πραγματοποιηθούν ώστε να τεθεί η τελική διάγνωση και να σχεδιαστεί η θεραπευτική αντιμετώπιση του ασθενούς.
Θεραπεία:
Κοινός στόχος της θεραπευτικής αντιμετώπισης των ασθενών είναι η αποκατάσταση της αιματικής ροής στα σπλάχνα. Πριν ο ασθενής οδηγηθεί στο χειρουργείο είναι σημαντικό να ενυδατωθεί μέσω της χορήγησης υγρών, ώστε να αποκτήσει καλή διούρηση, επιπλέον να δοθεί αντιπηκτική αγωγή στις περιπτώσεις που αυτή ενδείκνυται, όπως και αντιβίωση. Πάσχοντες με βαριά καχεξία είναι πιθανό να χρειαστούν παρεντερική διατροφή.
Η εγχειρητική αντιμετώπιση μπορεί να επιτευχθεί μέσω της ελάχιστα επεμβατικής ενδαγγειακής αντιμετώπισης με τη χρήση stent (ενδοναρθήκων) ή της ανοιχτής χειρουργικής αποκατάστασης με τη χρήση μοσχεύματος και τη διενέργεια bypass (παράκαμψης).
Η εντερική ισχαιμία χρόνια ή οξεία είναι μια νόσος με βαριά κλινική εικόνα για τον ασθενή και χρήζει χειρουργικής αποκατάστασης. Είναι σημαντική η έγκυρη διάγνωση καθώς και η εγχειρητική ικανότητα του θεράποντος Αγγειοχειρουργού, ώστε να επιτευχθεί το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα για τον ασθενή.