Σύνδρομο θωρακικής εξόδου
Σύνδρομο θωρακικής εξόδου
Ορισμός:
Το σύνδρομο θωρακικής εξόδου είναι το σύνολο της συμπτωματολογίας που προκύπτει από την πίεση των αγγειακών ή/και νευρικών δομών κατά την έξοδό τους από τον τράχηλο (λαιμό) ή/και τον θώρακα.
Είναι σημαντικό να γίνει κατανοητό ότι η νόσος χωρίζεται σε τρεις κατηγορίες με βάση τη δομή που συμπιέζεται: αρτηρία, φλέβα ή νεύρο.
Υπάρχουν λοιπόν: -Το νευρογενές, το αρτηριακό και το φλεβικό σύνδρομο θωρακικής εξόδου, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να συναντήσουμε ασθενείς με μεικτή συμπτωματολογία.
Επιδημιολογία:
Αφορά κυρίως νέους ανθρώπους με ηλικία μεταξύ 20 με 50 έτη, ενώ μόνο το 10% των περιπτώσεων έχουν ηλικία μεγαλύτερη από 50 έτη και σπάνια εμφανίζεται σε ανθρώπους μεγαλύτερους των 65 ετών. Η νόσος αφορά σε μεγαλύτερο ποσοστό το γυναικείο φύλο, με εξαίρεση το σύνδρομο θωρακικής εξόδου φλεβικής αιτιολογίας, όπου τα ποσοστά είναι 2/1 υπέρ του ανδρικού φύλου. Επιπλέον η συντριπτική πλειοψηφία των ασθενών πάσχουν από νευρογενή συμπτώματα (95%), το 3% πάσχει από συμπτώματα φλεβικής αιτιολογίας και μόνο το 1% αφορά το αρτηριακό δίκτυο.
Αιτιολογία:
Υπάρχουν 3 ανατομικές περιοχές που αφορούν το σύνδρομο θωρακικής εξόδου. Η πρώτη είναι το τρίγωνο που σχηματίζουν οι σκαληνοί μύες (ο πρόσθιος σκαληνός με τον μέσο σκαληνό μυ), η δεύτερη περιοχή είναι το διάστημα μεταξύ της κλείδας και της πρώτης πλευράς και η τρίτη περιοχή αφορά την οπίσθια επιφάνεια του ελάσσων θωρακικού μυ. Στη πρώτη περιοχή συνήθως συμπιέζονται οι νευρικές δομές, ενώ στη δεύτερη συμπιέζεται η υποκλείδιος φλέβα.
Οι αιτιολογικοί παράγοντες που μπορούν να προκαλέσουν τόσο το νευρογενές όσο και το αρτηριακής αιτιολογίας σύνδρομο μπορεί να είναι τραύμα στην περιοχή του τραχήλου, επαναλαμβανόμενο τραύμα από έκταση του άνω άκρου στην δουλειά, πτώση η ακόμα και ατύχημα. Προδιαθεσικοί παράγοντες για την εκδήλωση της νόσου είναι υπεράριθμη πρώτη πλευρά, αυχενική πλευρά, ανατομικές παραλλαγές του τριγώνου που σχηματίζουν οι σκαληνοί μυς κ.α
Το σύνδρομο θωρακικής εξόδου, κατά το οποίο πιέζεται η υποκλείδιος φλέβα αφορά συνήθως νέους ανθρώπους, πολλοί από του οποίους έχουν αθλητική ζωή. Η επαναλαμβανόμενη έκταση του άνω άκρου – ώμου ή/και καταστάσεις υπερπηκτικότητας μπορούν να οδηγήσουν σε θρόμβωση της υποκλειδίου φλέβας. Επιπλέον, ο υποκλείδιος τένοντας ή ο πλευροκλειδικός σύνδεσμος μπορεί να προκαλέσουν στένωση στην περιοχή, από όπου διέρχεται η υποκλείδιος φλέβα, οδηγώντας στη μείωση της διαμέτρου της φλέβας.
Κλινική εικόνα:
Νευρογενές σύνδρομο:
Ο ασθενής εμφανίζει κυρίως πόνο στο άνω άκρο, παραισθησίες, μούδιασμα και αδυναμία. Τα συμπτώματα μπορούν να αφορούν από την άκρα χείρα, ολόκληρο το άνω άκρο ως και τον ώμο, τον αυχένα και την ωμοπλατιαία περιοχή. Επίσης, δεν είναι σπάνιο τα συμπτώματα να εμφανίζονται και στις δύο πλευρές. Η πλειονότητα των ασθενών περιγράφουν επιδείνωση της συμπτωματολογίας κατά την διάρκεια δραστηριότητας, όταν πρέπει να ανυψώσουν τα άνω άκρα ή την κεφαλή. Επιπλέον, η παρουσία κεφαλαλγίας (πονοκεφάλου) στην ινιακή περιοχή (οπίσθια και κατώτερη περιοχή του κρανίου) είναι κάτι που συναντάται συχνά, πιθανώς λόγω σπασμού του τραπεζοειδή μυ. Λιγότερο συχνά οι ασθενείς μπορεί να εμφανίσουν φαινόμενο Raynaud ή πόνο στον ελάσσων θωρακικό μυ.
Φλεβικής αιτιολογίας σύνδρομο:
Όταν συμπιέζεται η υποκλείδιος φλέβα το κύριο σύμπτωμα είναι οίδημα άνω άκρου με συνοδό θρόμβωση υποκλειδίου και μασχαλιαίας φλέβας. Το οίδημα δεν είναι ζυμώδες (δεν αφήνει εντύπωμα)και συνήθως αλλά όχι πάντα συνοδεύεται από άλγος και κυάνωση του πάσχοντος άκρου. Επιπλέον στην περιοχή του ώμου, στήθους και αυχένα εμφανίζονται διατεταμένες επιφανειακές φλέβες, που αποτελούν το παράπλευρο δίκτυο της φλεβικής απορροής.
Αρτηριακής αιτιολογίας σύνδρομο:
Πόνος, υπαισθησία, παραισθησίες, υπονύχιες αιμορραγίες, κυανό και ψυχρό άκρο είναι μερικά από τα συμπτώματα, που μπορεί να παρουσιάσει ο πάσχον. Συχνά οι ασθενείς παρουσιάζουν διαλείπουσα χωλότητα στο άνω άκρο, καθώς και άλγος στην περιοχή του αυχένα και του ώμου.
Διάγνωση:
Η λήψη ενός πλήρους ιστορικού καθώς και η περιγραφή της κλινικής εικόνας από την πλευρά του ασθενούς μπορούν να καθοδηγήσουν τον θεράπων Αγγειοχειρουργό στη διάγνωση της νόσου. Κατά την επισκόπηση και την κλινική εξέταση, η παρουσία οιδήματος στο άνω άκρο ή η λήψη αρτηριακής πίεσης μπορεί να ξεκαθαρίσει αν πρόκειται για αρτηριακής ή φλεβικής αιτιολογίας σύνδρομο θωρακικής εξόδου. Επιπλέον, η παρουσία σημείων, όπου κατά την πίεση υπάρχει έξαρση της συμπτωματολογίας μπορεί να καθοδηγήσει τη διάγνωση υπέρ του νευρογενούς συνδρόμου. Εφόσον, τεθεί η υποψία της αγγειακής ή νευρολογικής δομής που συμπιέζεται, ακολουθούν απεικονιστικές εξετάσεις. Αρχικά με έγχρωμο υπερηχογράφημα και ακτινογραφία θώρακος και στη συνέχεια αξονική με σκιαγραφικό ή/και μαγνητική αγγειογραφία. Στόχος της απεικόνισης είναι να αποκαλυφθεί η δομή και το σημείο που αυτή συμπιέζεται ώστε να μπορέσει να ακολουθήσει στοχευμένη θεραπευτική αντιμετώπιση.
Θεραπεία:
Νευρογενές σύνδρομο:
Η θεραπεία ποικίλει ανάλογα την περίπτωση. Από απλή φυσιοθεραπεία και αλλαγή του τρόπου ζωής με συγκεκριμένα προγράμματα εκγύμνασης ως και χειρουργική αποκατάσταση της νόσου σε πιο προχωρημένες καταστάσεις.
Φλεβικής αιτιολογίας:
Σε περίπτωση που ο ασθενής εμφανίσει θρόμβωση ακολουθείται αντιπηκτική αγωγή και παρηγορητικά μέτρα όπως ανύψωση του σκέλους, ελαστική συμπίεση, ξεκούραση και παυσίπονη αγωγή. Η διάρκεια της αντιπηκτικής αγωγής κυμαίνεται από 3 έως 6 μήνες, ενώ σε περιπτώσεις, που παρατηρηθεί συμπίεση της υποκλειδίου φλέβας κατά τη απεικόνισή της μπορεί, να ακολουθήσει χειρουργική αποσυμπίεση της περιοχής.
Αρτηριακής αιτιολογίας:
Η συμπίεση της υποκλειδίου αρτηρίας από μόνη της δεν αρκεί, ώστε να γίνει παρέμβαση στον ασθενή.
Στην περίπτωση στένωσης της αρτηρίας με μικρή μεταστενωτική διάταση, ακολουθείται χειρουργική αποσυμπίεση της περιοχής.
Στο ανεύρυσμα υποκλειδίου αρτηρίας με καταστροφή του έσω χιτώνα του αγγείου, ακολουθείται χειρουργείο αποσυμπίεσης της περιοχής και χειρουργική αποκατάσταση της αρτηρίας.
Το σύνδρομο θωρακικής εξόδου είναι μια σύνθετη νοσολογική οντότητα την οποία καλείται ο θεράπων Αγγειοχειρουργός να αντιμετωπίσει και απαιτεί την πλήρη συνεργασία του ασθενούς με σκοπό την ίαση του.